ἀποτυπώσεις

ἀποτυπώσεις
ἀποτύπωσις
impression
fem nom/voc pl (attic epic)
ἀποτύπωσις
impression
fem nom/acc pl (attic)
ἀποτυπόομαι
aor subj act 2nd sg (epic)
ἀποτυπόομαι
fut ind act 2nd sg
ἀποτυπόω
impress
aor subj act 2nd sg (epic)
ἀποτυπόω
impress
fut ind act 2nd sg
ἀ̱ποτυπώσεις , ἀποτυπόω
impress
futperf ind act 2nd sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Κόντογλου, Φώτης — (Αϊβαλί, Μικρά Ασία 1897 – Αθήνα 1965). Ζωγράφος και λογοτέχνης. Ξεκίνησε τις σπουδές του στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, τις οποίες όμως εγκατέλειψε για να σπουδάσει ζωγραφική στο Παρίσι, αφού πρώτα διέμεινε για ένα μικρό χρονικό διάστημα στην… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Μεγάρων — Η συλλογή των ευρημάτων από τις ανασκαφές στην περιοχή των Mεγάρων εκτίθεται για πρώτη φορά στο κοινό από τις 2 Aπριλίου του 2000 στο ανακαινισμένο κτίριο του τέλους του 19ου αι., που μέχρι τη δεκαετία του 1960 στέγαζε το Δημαρχείο της πόλης… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”